Η Σεισάχθεια ως επιλογή..

Ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός, το μεγαλύτερο επίτευγμα της ανθρωπότητας, δεν θα υπήρχε αν ένας αρχαίος νομοθέτης, ο Σόλων, δεν είχε αποτολμήσει κάτι παράτολμο: τη διαγραφή όλων των χρεών των Αθηναίων πολιτών, τόσο προς ιδιώτες όσο και προς το κράτος. Η σεισάχθεια, όπως ονομάστηκε, σημαίνει «αποτίναξη των βαρών».


Το μέτρο (εκείνη την εποχή τα χρέη οδηγούσαν σε υποδούλωση του οφειλέτη και της οικογένειάς του) αποτέλεσε τη βάση για να ανακάμψει η αθηναϊκή κοινωνία και να μπουν οι βάσεις για τη δημιουργία της μεσαίας αγροτικής τάξης μικρο –ιδιοκτητών γης που υποστήριξε το εγχείρημα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας...


Αν και υπάρχει διαφωνία μεταξύ των ιστορικών για το πώς έγινε η διαγραφή χρεών το αποτέλεσμα ήταν ένα: διέσωσε την κοινωνική συνοχή.


Η υπερχρέωση των Αθηναίων ήταν αποτέλεσμα της συγκέντρωσης της γης σε μια μικρή ομάδα πλούσιων γαιοκτημόνων. Οι ακτήμονες νοίκιαζαν τη γη παραχωρώντας μέρος των παραγόμενων αγαθών. Η νομοθεσία του Δράκοντα επέτρεπε στον πολίτη, όποτε υπήρχε ανάγκη, να εγγυηθεί βάζοντας ως ενέχυρο το άτομό του. Τα πράγματα δεν πήγαιναν πάντα καλά και η κατάσταση αρκετών φτωχών Αθηναίων πολιτών, που δεν είχαν καμιά πολιτική ισχύ, επιδεινωνόταν διαρκώς και πολλοί από αυτούς είχαν ήδη καταλήξει να πουληθούν ως δούλοι. Αυτή η κατάσταση οδήγησε σε οικονομική και κοινωνική κρίση.


Σήμερα, στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, μπορεί να μην έχουμε δούλους, αλλά η υπερχρέωση οδηγεί σε ανάλογες καταστάσεις. Αν είσαι επιχείρηση και εξαρτάσαι από τον δανεισμό και ξαφνικά αυτός κοπεί ή είσαι νοικοκυριό και δεν μπορείς να πληρώσεις τις δόσεις των δανείων επειδή χάθηκε από την οικογένεια μέρος του εισοδήματος (απόλυση ή περικοπές) το αποτέλεσμα είναι να μένει ένα βάρος που δεν μπορείς να σηκώσεις.


Ο προβληματισμός δεν είναι τυχαίος.Στην Ισλανδία, την πρώτη χώρα που βούλιαξε από το βάρος ενός τραπεζικού συστήματος μεγαλύτερου από όσο μπορούσε να αντέξει η χώρα, οι τράπεζες διέγραψαν πρόσφατα δάνεια νοικοκυριών που αντιστοιχούν στο 13% του ΑΕΠ της χώρας, μειώνοντας το βάρος χρέους για περισσότερο από το ένα τέταρτο του πληθυσμού της. Χωρίς τη διαγραφή του χρέους, οι ιδιοκτήτες ακινήτων δεν θα μπορούσαν να ανακάμψουν και θα λύγιζαν από την εκτόξευση του χρέους στο 240% των εισοδημάτων το 2008.


Η Ισλανδία ακολούθησε ένα μονοπάτι απόλυτα ορθολογικό και οικονομικά ορθό. Στην οικονομία της αγοράς ο μόνος δρόμος για να διορθωθούν τα κακώς κείμενα είναι ένας: η χρεοκοπία. Η Ισλανδία άφησε τις τράπεζες της να χρεοκοπήσουν και το κράτος δεν κάλυψε καμία υποχρέωση στο εξωτερικό. Αντίθετα δεν πειράχθηκαν οι καταθέσεις και δημιουργήθηκαν νέες κρατικά ελεγχόμενες τράπεζες. Το 2012 η οικονομία της χώρας αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2,4%, το κόστος ασφάλισης έναντι ενδεχόμενης χρεοκοπίας είναι περίπου το ίδιο με αυτό του Βελγίου, οι τιμές των κατοικιών περίπου 3% χαμηλότερες από τις τιμές που ίσχυαν τον Σεπτέμβριο του 2008, λίγο πριν από την κρίση. Ο οίκος Fitch δηλώνει ότι «ήταν επιτυχημένη η ανορθόδοξη πολιτική της για την αντιμετώπιση της κρίσης».


Βασικά η τακτική δεν ήταν ανορθόδοξη. Κινήθηκε καπιταλιστικά (δεν στήριξε αποτυχημένες τράπεζες) και ταυτόχρονα θωράκισε τους πολίτες της. Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη φοβήθηκαν τόσο πολύ από τις συνέπειες της κατάρρευσης της Lehmann Brother, που αποφεύγουν ως μίασμα κάθε ιδέας χρεοκοπίας τράπεζας ή κράτους, που μπορεί να ταράξει το σύστημα. Αυτό δίνει χρόνο στην Ελλάδα, αλλά έχει μια παρενέργεια: μπλοκάροντας τις χρεοκοπίες τραπεζών το σύστημα έχει παγώσει, φοβάται, και προτιμά να καταθέτει τα χρήματά του στην ΕΚΤ. Αποτέλεσμα είναι μια βίαιη απομόχλευση, την οποία ζούμε έντονα στην Κύπρο.


Η υπερβολική μόχλευση είναι ένα γεγονός, όπως είναι γεγονός και η πολιτική βούληση της Ευρώπης η οικονομία να επιστρέψει στα βασικά, δηλαδή στην παραγωγή πλούτου από την αύξηση της παραγωγικότητας και όχι από μια επίπλαστη ζήτηση που δημιουργεί ο δανεισμός.


Στην Ελλάδα ένα αξιοσημείωτο κομμάτι του πολιτικού κόσμου θέτει επί τάπητος μία πρόταση. Από τη στιγμή που η χώρα οδηγείται σε μία βίαιη εσωτερική υποτίμηση της τάξης του 30%, να γίνει ισόποσο «κούρεμα» των τραπεζικών χρεών. Με τις εκλογές μπροστά και το μέσο ελληνικό νοικοκυριό να μην μπορεί να πληρώσει τα δάνειά του, μια μικρή Σεισάχθεια μπορεί να είχε θετική επίπτωση στην ψυχολογία και να σταματούσε το σπιράλ της ύφεσης.


Οι τράπεζες δεν το θέλουν, όπως δεν ήθελαν και το PSI. Το δεύτερο το δέχθηκαν αδιαμαρτύρητα, ξέροντας ότι στη χειρότερη περίπτωση θα τις σώσει το κράτος.


Ιστορικά, όπου υπήρξε διαγραφή χρεών, ακολούθησε ανάπτυξη, με τρανταχτό παράδειγμα την ίδια τη Γερμανία.


Tου Γιάννη Σεϊτανίδη
RAMNOUSIA