Το Πολυτεχνείο ζει - Δυστυχώς...

Το Πολυτεχνείο ζει ! Ζει στις καρδιές μας, ζει στην επικαιρότητα των αιτημάτων, ζει στον αγώνα για Ελευθερία. Ζει όμως κι αλλιώς. Ζει στην τραγική επανάληψη μιας κακόγουστης φαρσοκωμωδίας, ζει στη μικρότητα και τη σιωπή, ζει στην αναξιοπρέπεια που γιορτάζει πάνω στους νεκρούς για να βρει άλλοθι για την απραξία της. Ζει σε έναν λαό που αποδεικνύεται ξανά τόσο μικρός παρά τη σημερινή υλική ευμάρεια και την πληθώρα πνευματικών ερεθισμάτων στα οποία γαλουχείται.

Ναι το Πολυτεχνείο ζει, επαναλαμβάνεται αυτούσιο, επιμένει να το ζούμε συνεχώς, όχι σε μια στιγμή, τη στιγμή της εξέγερσης, αλλά μέσα στα χρόνια. Διότι το Πολυτεχνείο δεν είναι η νύχτα της 17ης Νοέμβρη του 1973. Το Πολυτεχνείο είναι μια σειρά από γεγονότα που προηγήθηκαν και οδήγησαν σε αυτό, αλλά και αυτά που ακολούθησαν. Είναι η δράση των παρακρατικών καθ’ όλη τη δεκαετία του ’60, η αντικομμουνιστική υστερία, τα πιστοποιητικά φρονημάτων. Είναι η δολοφονία του αγωνιστή της ειρήνης και της ελευθερίας Γρηγόρη Λαμπράκη και η ουσιαστική συγκάλυψη των συνενόχων μέσα στον κρατικό μηχανισμό. Είναι το σαθρό πολιτικό σκηνικό, η αποστασία, οι ανάξιοι πολιτικοί ηγέτες.
Είναι η λεγόμενη «γενιά του 1-1-4» που από τότε καλούσε τους Έλληνες να επιδείξουν το πατριωτικό τους καθήκον υπερασπιζόμενοι οι ίδιοι την πατρίδα τους και το Σύνταγμα (το άρθρο 114 ήταν το αντίστοιχο 120 άρθρο του σημερινού μας Συντάγματος που θεσπίζει, μεταξύ άλλων, ότι «η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία»).
Και ενώ οι Έλληνες ζούσαν από τότε τέτοιες συνθήκες που, όπως και σήμερα, καθιστούσαν αναγκαία την επίκληση του άρθρου 114, μόλις ήρθε η στρατιωτική χούντα… σιωπή. 
Τα βασανιστήρια και οι εξορίες, η άναρχη δόμηση και το τσιμέντο σε όλη την ελληνική ύπαιθρο, η υποβάθμιση της ζωής τους και του μέλλοντος των παιδιών τους δεν ήταν αρκετά για να υποσκελίσουν την ψευδαίσθηση οικονομικής ευμάρειας μιας χούντας που μοίραζε αφειδώς λεφτά σε αντιστάθμισμα μιας αμαχητί παραδομένης αξιοπρέπειας. Διότι, φυσικά, τι τους ένοιαζαν τα παιδιά τους; Αυτά, όπως και σήμερα, απλώς τα επικαλούνται όσοι ψάχνουν άλλοθι για τη δική τους απραξία. Γι’ αυτό όταν τα παιδιά τους σκοτώνονταν στο Πολυτεχνείο αυτοί κλειδώνονταν τρομοκρατημένοι στα σπιτάκια τους όπου «έτρωγαν με χρυσά κουτάλια». Τι λαός είναι αυτός που παρατηρεί τα παιδιά του να δολοφονούνται από αυτούς που σιχαίνεται; Που τολμά να περηφανεύεται ότι ανήκει στη «γενιά του Πολυτεχνείου» νομίζοντας ότι έτσι απαλλάσσεται από τη συνενοχή της σιωπής του; Τι ήθος και τι παιδεία, τι αξιοπρέπεια αλήθεια!
Οι γελοίοι αυτοί Έλληνες υπέμειναν για άλλον ένα χρόνο την χούντα ΜΕΧΡΙ ΑΥΤΗ ΝΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΙ ΝΑ ΦΥΓΕΙ. Τη χούντα δεν την έδιωξε ο ελληνικός λαός, ούτε έπεσε λόγω της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Η χούντα έφυγε εννέα μήνες περίπου αργότερα για δύο λόγους: ο ένας ήταν η διεθνής πετρελαϊκή κρίση –συνέπεια της οποίας ήταν ότι η χούντα δεν μπορούσε πια να παρέχει αφειδώς υλικά αγαθά στους υποταγμένους Έλληνες- και ο άλλος ήταν η υλοποίηση των σχεδίων για την Κύπρο. Η «αποκατάσταση της δημοκρατίας» που επακολούθησε δεν ήταν παρά μια κατάσταση δρομολογημένη ΉΔΗ από την περίοδο της χούντας.
Για του λόγου το αληθές, δείτε στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Τα Νέα την επομένη της καταστολής της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, όπου κάτω αριστερά προετοιμάζει για την επιστροφή του Καραμανλή, όταν θα έχει έρθει πια ο καιρός να αντικατασταθεί η χούντα.
 
Και η δημοκρατία αποκαταστάθηκε με έναν φερτό ηγέτη, φερτό ήδη από τα χρόνια της χούντας. Λίγο μετά έγινε και η δημοκρατική του νομιμοποίηση! Και πιο μετά η «αλλαγή» του Ανδρέα Παπανδρέου, μια αλλαγή που κράτησε περίπου 4 χρόνια ενώ ταυτόχρονα έθετε τις βάσεις για τη σημερινή κατάντια μιας χώρα που δεν μπορεί να θρέψει πλέον τον εαυτό της: οι «τιμημένοι αγρότες» αντικαταστάθηκαν μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής από τους ευτραφείς εισοδηματίες των επιδοτήσεων και των τουριστικών καταλυμάτων. Αυτό ήταν το καρότο. Οι εκσυγχρονιστές του Σημίτη και πλέον μας θέλουν απλώς γκαρσόνια στην φθηνά ξεπουλημένη μας γη.

Σήμερα το Πολυτεχνείο ζει περισσότερο από ποτέ! Ζει στον τυχαίο θάνατο του 15χρονου μαθητή και στην αποφυλάκιση των καταδικασθέντων δολοφόνων του – ο συνεργός έχει ήδη αποφυλακιστεί, ο δολοφόνος λίαν συντόμως. Ζει στη στοχευμένη δολοφονική επίθεση της συνδικαλίστριας Κούνεβα, στη συγκάλυψή της από την κυβέρνηση της ΝΔ και στην, πάντα πιο έξυπνη, οργουελική τακτική του ΠΑΣΟΚ να την εντάξει στην κοινωνική πολιτική του βαφτίζοντάς την εργατικό ατύχημα. Ζει στη στρέβλωση της αλήθειας και της λογικής από τους συμμάχους του καθεστώτος, τα ΜΜΕ. Ζει στην πουλημένη συνδικαλιστική ηγεσία που ζητιανεύει εξουσία ξεπουλώντας για άλλη μια φορά το (εργασιακό) μέλλον, όχι των παιδιών μας αλλά, εμάς των ιδίων. Ζει στα γελοία ανθρωπάκια που αρέσκονται να βρίζουν τους πολιτικούς, αφού φυσικά τους έχουν ψηφίσει. Ζει στην καθημερινή καταπάτηση του Συντάγματος από τους θεσμοφύλακές του, που κλαψουρίζουν στις τηλεοράσεις όταν οι πολίτες καταφέρουν να τους εξευτελίσουν στις παρελάσεις – αφού η κοινοβουλευτική ολιγαρχία μας δεν μας επιτρέπει άλλου είδους παρέμβαση. Ζει στη γενιά που, αφού πολέμησε το φασισμό, τώρα τον ορκίζει στο κοινοβούλιο. Ζει στους Έλληνες πολίτες που ξέχασαν τι σημαίνει συμπόνια, φιλοξενία, ελευθερία και θέτουν ως αποδιοπομπαίους τράγους τους μετανάστες, που αν δεν ήταν αυτοί οι σοδιές θα σάπιζαν πάνω στα δέντρα της τεμπέλικης αλλά «περήφανης αγροτιάς». Που δεν γουστάρουν τους ξένους, εκτός κι αν είναι επενδυτές… Ζει, τέλος (αν και δεν έχει τέλος αυτή η κατάντια), στους Έλληνες πολίτες που ξεσηκώθηκαν αυθόρμητα και μαζικά ενάμιση χρόνο μετά την ψήφιση του Μνημονίου, όταν δηλαδή άρχισαν να νιώθουν τα μέτρα στην τσέπη τους. Επί ενάμιση χρόνο η καταρράκωση της αξιοπρέπειάς δεν ήταν αρκετή για να τους κινητοποιήσει – προφανώς επειδή δεν είχαν! Είναι ο ίδιος λαός σας λέω: αν του έδιναν χρήματα, θα καθόταν καμιά 7ετία πάλι να «καλοπερνά» στη χούντα μέχρι να σκοτωθούν τίποτε νέοι σ’ ένα Πολυτεχνείο για να γιορτάζουν αυτοί μετά την εξέγερσή τους υπό την πρωθυπουργία κάποιου εμφανώς διορισμένου υπαλλήλου των αφεντικών τους.  

Δυστυχώς, το Πολυτεχνείο ζει! Και δεν ζει μόνο μέσα στα κακόμοιρα ανθρωπάκια που περιέγραψα ως τώρα. Όχι. Ζει ακόμη και σε αυτή τη μειοψηφία των αληθινών ανθρώπων, στους αγωνιστές της ζωής και της ελευθερίας. Στα νιάτα που, ευτυχώς, «βράζει το αίμα τους», που δεν έχουν ενσωματωθεί ακόμη στην «λογική» του συστήματος, στους φοιτητές που διεκδίκησαν τα αυτονόητα. Αυτά τα νιάτα που ξεσηκώθηκαν τότε στη Νομική της Αθήνας, τον Μάρτη του ’73, και έδωσαν το παράδειγμα, την ελπίδα και την ώθηση και σε άλλους εργαζόμενους να ξεσηκωθούν, να διεκδικήσουν, να νιώσουν. Μαζεύτηκαν, τελικώς, αρκετές δεκάδες χιλιάδες κόσμου (κάποιες εκτιμήσεις τους ανεβάζουν στις 300 χιλιάδες), έκαναν συνελεύσεις, αφισοκολλήσεις, φώναξαν συνθήματα. Κλείστηκαν στο κέντρο της Αθήνας, κατέληξαν εγκλωβισμένοι σε μια σχολή, ελεύθεροι κι αγέρωχοι να κρέμονται απ’ τα κάγκελα μπρος στην Πατησίων. Εύκολη λεία, οριοθετημένος στόχος. Η εξέγερση πνίγηκε στο αίμα. Και τα σχέδια των εξουσιαστών συνεχίστηκαν αβίαστα.

Έτσι και σήμερα. Υπάρχει αυτή η αισιόδοξη μειοψηφία που βάζει την αξιοπρέπειά της πάνω απ’ όλα. Δεν πειράζει που είναι μειοψηφία: οι μειοψηφίες συνήθως αποτελούν την ατμομηχανή του διαφορετικού. Υπάρχουν αυτοί που πράττουν αυτά που διακηρύσσουν. Αυτοί που δεν χαλάνε σάλιο για να κράζουν τους πολιτικούς αλλά μάχονται να τους ανατρέψουν. Αυτοί που περνούν από τη θεωρία στην πράξη – ή στην πράξη κατευθείαν! Και αρκετοί απ’ αυτούς, αλλοίμονο, επαναλαμβάνουν τα λάθη του παρελθόντος. Που επιμένουν να κλείνονται στα Πολυτεχνεία, στα Προπύλαια και στο Σύνταγμα καθιστώντας τους εαυτούς τους εύκολη λεία του συστήματος ξανά, της προβοκάτσιας και της καταστολής. Αυτοί που έχουν θεοποιήσει μιαν αλήθεια, ότι «Στο δρόμο θα σπάσουμε τον τρόμο», και αρνούνται να δουν την πρωτοκαθεδρία της προπαγάνδας και της καταστολής στις μαζικές διαδηλώσεις. Αυτοί που νομίζουν ότι οι πολίτες μπορούν να τα βάλουν με τον στρατό των ΜΑΤ και των παρακρατικών και επιμένουν να διευκολύνουν το κράτος στη δουλειά του συναθροισμένοι όλοι μαζί στο ίδιο σημείο. Αυτοί που καλούν «εμπρός για της γενιάς μας τα Πολυτεχνεία» αντί να ερημώσουν το κέντρο αφήνοντας άπραγους τους καλά προετοιμασμένους για σύγκρουση αστυνομικούς, αντί να βγουν στις γειτονιές, εκεί που ούτε η καταστολή μπορεί να τους αγγίξει ούτε και η προπαγάνδα αφού οι συμπολίτες τους θα βλέπουν τις δράσεις τους με τα ίδια τους τα μάτια. Είναι αυτοί που δοξάζουν την Εξέγερση και αγνοούν την Επανάσταση. Που αρνούνται να οργανωθούν και να συντονιστούν με όσους δεν συμφωνούν, λες και στην κοινωνία που ονειρεύονται θα έχουν όλοι τις ίδιες απόψεις. Που ξέρουν ότι η μόνη λύση είναι η απεργία διαρκείας, κι όμως περιμένουν από τα συνδικάτα, που και οι ίδιοι καταγγέλλουν, να την κηρύξουν. Αυτοί που η ιστορία του Πολυτεχνείου δεν τους δίδαξε την απαιτούμενη τακτική ενός κινήματος εκτός από το ότι «Η χούντα δεν τελείωσε το ‘73». Φυσικά και δεν τελείωσε. Και δεν θα τελειώσει ούτε και τώρα. Όχι όσο το Πολυτεχνείο ΖΕΙ!

Και από την «Ελλάς, Ελλήνων, Απελπισμένων (όπως αναφέρεται στην αφίσα της εποχής), περάσαμε στο Τροϊτσκιστάν τωνΑγανακτισμένων!

Γι’ αυτό σας λέω: Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία, Όχι στης γενιάς μας τα Πολυτεχνεία.
 

ΥΓ: Τα χρόνια πριν το 1967 υπήρχε μια γενικότερη αναστάτωση και ξεσηκωμός. Οι συγκεντρώσεις που καλούσε τότε η ΕΔΑ και άλλες δυνάμεις ήταν τεράστιες στον αριθμό. Επί δύο χρόνια στο δρόμο, το κίνημα αποδυναμώθηκε – ε, βοήθησε και η εσωτερική συκοφάντηση του κινήματος από… μαντέψτε ποιους; Ταυτόχρονα, οι πολιτικοί ήταν εντελώς απαξιωμένοι στη συνείδηση του κόσμου και οι ατελέσφορες εκλογικές αναμετρήσεις όξυναν το κενό. Τα τελευταία δύο χρόνια πριν την χούντα σταμάτησαν να διενεργούνται εκλογές και η μία υπηρεσιακή κυβέρνηση έπεφτε μετά την άλλη. Όταν πια ήρθαν οι συνταγματάρχες να προασπιστούν τη «δημοκρατία», προβλήθηκαν ως η λύση, μια σταθερότητα που επιτέλους θα έβαζε ένα τέλος στην αδιάλειπτη κρίση. Σας θυμίζει μήπως κάτι όλο αυτό; Για περισσότερες… ομοιότητες, συζητήστε με κάποιον που ήταν ενεργός εκείνη την εποχή.
http://tvxs.gr