«Δημοκρατία της Βαϊμάρης» Όλη η πορεία του ναζιστικού κόμματος και οι ομοιότητες με όσα βιώνει η Ελλάδα σήμερα..


Λένε ότι η ιστορία τείνει να επαναλαμβάνεται ως φάρσα. Αλλά στην φάρσα υπάρχει πάντα κάποιος περίγελως, κάποιος που υφίσταται τα πάνδεινα, για να μπορούν να διασκεδάζουν οι άλλοι. 



Είναι δύσκολο να συγκρίνει κανείς την ιστορία της Γερμανίας της δεκαετίας του ’20 και του ’30 με όσα βιώνει η Ελλάδα σήμερα, για πάρα πολλούς λόγους: Εμείς δεν βγήκαμε από ένα παγκόσμιο πόλεμο, ούτε υπήρξαμε υπερδύναμη αμέσως πριν την κατάρρευσή μας. Και, βεβαίως, ποτέ δεν είχαμε ούτε το μέγεθος της οικονομίας, ούτε την παραγωγική μηχανή μιας Γερμανίας, ώστε να μπορούμε να μετρήσουμε με συγκρίσιμα νούμερα την τότε κατάσταση με την τωρινή.


Μπορούμε όμως να παρατηρήσουμε εύκολα το πώς γεννήθηκαν παρόμοιες συμπεριφορές, το πώς μεγεθύνθηκαν τα άκρα, το γιατί η ρητορική των λαϊκιστών ήταν και είναι τόσο επιτυχημένη και, βεβαίως, να μιλήσουμε για την συμπεριφορά των φασιστών –που τότε έφτασαν στην εξουσία και μετά διέλυσαν ολόκληρο τον κόσμο, ενώ σήμερα ξαναπλώνουν την απαράδεκτη συμπεριφορά τους στην καθημερινή μας ζωή. Το αν ο περίγελως της σημερινής φάρσας θα είναι τελικά η Χρυσή Αυγή, η λαϊκίζουσα Αριστερά ή ολόκληρη η Ελλάδα, μέλλει να το δούμε. Αλλά όσο περνάει από το χέρι μας, μπορούμε να παλέψουμε να μην είναι το τελευταίο από τα τρία...


Η γέννηση του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος


Ο Αδόλφος Χίτλερ είχε ένα αγαπημένο παιχνίδι από πιτσιρίκι: το πόλεμο. Στην αρχή έπαιζε καουμπόυδες και Ινδιάνους, όταν αργότερα ξεκίνησε ο πόλεμος στη Νότια Αφρική, έπαιζε Μπόερς εναντίον Άγγλων. Όταν ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έσπευσε να καταταγεί. Ήταν 27 ετών και πολέμησε γενναία κατά των Βέλγων και των Βρετανών. Λίγο πριν το τέλος του, και ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο, αναρρώνοντας από τα τραύματά του στα χαρακώματα, ξέσπασαν στην Γερμανία πολλές κομμουνιστικές εξεγέρσεις, που σε πολλές περιπτώσεις είχαν για οργανωτές Εβραίους. Μια παραστρατιωτική ομάδα, που φορούσε καφέ στολές, κατέστειλε τις εξεγέρσεις και αποτέλεσε τον προπομπό για τα SA του ναζιστικού κόμματος. Τα νέα αυτά, η τεράστια προδοσία όπως την έβλεπε ο Χίτλερ και ο τρόπος καταστολής της, τον στιγμάτισαν για πάντα.


Η συνθήκη των Βερσαλλιών, την οποία αναγκάστηκε να υπογράψει η ηττημένη Γερμανία διέλυσε το ηθικό του λαού της. Δεν ήθελαν να πληρώσουν τις αποζημιώσεις, θεωρώντας ότι σκοπός των Βρετανών και των Γάλλων ήταν να τούς κάνουν να πεινάσουν. Δεν ήθελαν να διαλύσουν τον στρατό τους, φοβούμενοι τις γύρω χώρες και την κομμουνιστική απειλή. Δεν ήθελαν να χάσουν τις περιοχές που αναγκάστηκαν να παραδώσουν (περίπου 10% της συνολικής έκτασης της Γερμανίας). Διαλυμμένοι οικονομικά και, πάνω απ’ όλα ηθικά, έψαχναν για έναν αποδιοπομπαίο τράγο. Ο Χίτλερ τούς πρόσφερε πολλούς.


Ξεκίνησε το 1920 ως απλό μέλος του μικρού Εργατικού Κόμματος Γερμανίας, αλλά η προπαγάνδα του κατά των Εβραίων, του κομμουνισμού και του προηγούμενου καθεστώτος που «παράδωσε την Γερμανία στους Βρετανούς και τους Άγγλους» τον έκανε δημοφιλέστατο και ένα χρόνο αργότερα ανέλαβε την εξουσία του κόμματος. Αμέσως έφερε τις ριζοσπαστικές του μεθόδους στην καθημερινή διάταξη. Διέκοπτε συγκεντρώσεις πολιτικών αντιπάλων με τραμπουκισμούς, εισβολές με ουρλιαχτά, μέχρι και ξύλο από τα οργανωμένα SA που πλέον υπηρετούσαν τον ίδιο. Για μια τέτοια υπόθεση μάλιστα πέρασε 3 μήνες σε ένα κελί το 1921!


Το ’22 οργάνωσε την περίφημη Νεολαία Χίτλερ, κάνοντας πλύση εγκεφάλου στα παιδιά από πολύ μικρή ηλικία, αλλά και μια αυστηρά πειθαρχημένη ομάδα κρούσης, που αργότερα θα μετατρεπόταν στα SS. Ένα χρόνο αργότερα, παίρνοντας παράδειγμα από το Μουσολίνι, τον πιο επιτυχημένο φασίστα της εποχής, θέλησε να οργανώσει ένα πραξικόπημα. Απέτυχε, καταδικάστηκε σε 5 χρόνια φυλάκιση, αλλά πέρασε μόνο 8 μήνες στο κελί. Στην ουσία, όμως, κατάφερε να στρέψει όλα τα φώτα της δημοσιότητας πάνω του, χρησιμοποιώντας την καλή οργάνωση, τη βία και τον τραμπουκισμό σε συνδυασμό με την ακραία ρητορική του κατά των αποδιοπομπαίων τράγων που είχε βρει. Έκανε έτσι το μέχρι τότε άγνωστο κόμμα του, διάσημο σε ολόκληρη την Γερμανία.


Το αδύναμο κράτος


Εκτός από την παράδοση των όπλων, την απώλεια εδάφους και τις αποζημιώσεις, οι Γερμανοί είχαν αναγκαστεί να λειτουργούν υπό ένα παράξενο καθεστώς, αυτό που ονομάστηκε «Δημοκρατία της Βαϊμάρης», που επηρέασε τα πολιτικά της χώρας με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Το Σύνταγμα της Βαϊμάρης έδινε απόλυτη εξουσία στον Πρόεδρο της Γερμανίας σε «περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης». Επίσης, το εκλογικό του σύστημα έκανε σχεδόν απίθανη την συγκρότηση μιας σταθερής κυβέρνησης, αφού πολλές φορές στην Βουλή έμπαιναν μέχρι και 28 κόμματα. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά ο Χίτλερ τα χρησιμοποίησε με άψογο τρόπο. Ο σκοπός του ήταν κατ’ αρχάς να βρεθεί σε κάποια κυβέρνηση συνασπισμού και στη συνέχεια να αναλάβει την Καγκελαρία και τέλος την Προεδία και να εξαλείψει όλα τα υπόλοιπα κόμματα σε μια «περίπτωση έκτακτης ανάγκης».


Μπορεί να φαίνεται απίθανο το σχέδιό του, όταν το διαβάζει κανείς, όμως το υπηρέτησε με συνέπεια επί μια δεκαετία και τελικά τα κατάφερε. Πρώτη φορά το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα (μετά την ένωση των «εργατών» με το «Εθνικοσοσιαλισιτκό Απελευθερωτικό Κίνημα») μπήκε στη Βουλή το 1924 με 6,55%. Στις επαναληπτικές εκλογές του ίδιου έτους ξεφούσκωσε στο 3% (ορίστε άλλη μια ομοιότητα με την σημερινή ελληνική πραγματικότητα). Το 1928, τα ποσοστά του έπεσαν κι άλλο, στο 2,6%. Όλον αυτόν τον καιρό, όμως, ο Χίτλερ φρόντιζε να ξαναδουλέψει από την αρχή την οργάνωση του κόμματός του ώστε να επανέλθει δριμύτερος.


Κατ’ αρχάς εξέδωσε το βιβλίο του «Ο Αγών μου», όπου με την πειστική, λαϊκιστική του ρητορική έκανε πολλούς Γερμανούς να αναφωνήσουν «καλά τα λέει». Έπειτα, φρόντισε να περιορίσει τον ρόλο των απλών τραμπούκων SA και να ενδυναμώσει τα τρομακτικά SS. Επίσης, έδωσε στον δαιμόνιο Γκέμπελς τον ρόλο του οργανωτή της προπαγάνδας. Οι εξάρσεις βίας από προβοκάτσια των Ναζί γίνονταν όλο και πιο συχνές –και πάντα αυτοί που έφταιγαν ήταν οι κομμουνιστές και οι Εβραίοι. Η πιο σπουδαία του κίνηση, όμως, ήταν να τρομοκρατήσει με τα λόγια του τους καπιταλιστές της χώρας και να τούς πείσει ότι έπρεπε να τον χρηματοδοτήσουν γιατί αυτός ήταν η μόνη ελπίδα της Γερμανίας ενάντια στην επέλαση του Κομμουνισμού.


Το κραχ του ‘29


Κι έπειτα ήλθε το μεγάλο δώρο: Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929. Ξαφνικά εκατομμύρια Γερμανών έμειναν άνεργοι και από φτωχοί (που είχαν γίνει με την Συνθήκη των Βερσαλλιών) έφτασαν πια στο όριο της εξαθλίωσης. Οι αποδιοπομπαίοι τράγοι του Χίτλερ και η οργάνωση του κόμματός του έλκυαν όλο και περισσότερους Γερμανούς. Δεν είχαν πια να χάσουν τίποτε. Και το «Πρόγραμμα των 25 σημείων» του Χίτλερ, που υποσχόταν σχεδόν σε κάθε Γερμανό (πλην των Εβραίων και των Κομμουνιστών, εννοείται) και κάτι, ασχέτως αν τα περισσότερα ήταν ανέφικτα (σάς θυμίζει κάτι;), ήταν βάλσαμο για τα αυτιά πολλών Γερμανών.


Η τελική ευθεία


Οι εξεγέρσεις στους δρόμους ήταν όλο και πιο συχνές –ο εξαθλιωμένος γερμανικός λαός ήταν έτοιμος να μαλώσει για τα πάντα, ανά πάσα στιγμή. Τα SS βρίσκονταν πάντα εκεί, είτε για να επιβάλουν την (δική τους) τάξη, είτε για να ρίξουν περισσότερο λάδι στη φωτιά. Μέχρι και όπλα βγήκαν σε μια περίπτωση, όταν ο Γκέμπελς με την ομάδα του πήγαν να τραμπουκίσουν μια εκδήλωση των Κομμουνιστών.


Οι θορυβημένοι εργοστασιάρχες ακουμπούσαν όλο και περισσότερα μάρκα στα ταμεία του ναζιστικού κόμματος, βλέποντας ότι και το άλλο άκρο, το κομμουνιστικό κόμμα, με την δική του λαϊκιστική ρητορική, κέρδιζε όλο και περισσότερους οπαδούς (άλλη μια ομοιότητα με την Ελλάδα του σήμερα: η πόλωση των άκρων).


Το 1930 η ναζιστική βία οδήγησε σε ανταπόδοση –κάτι που καθόλου δεν χάλασε τον Χίτλερ. Το μέλος του κόμματός του, Χορστ Βέσελς, δολοφονήθηκε από πολιτικούς αντιπάλους στην διάρκεια ενός καβγά για άσχετο θέμα (για τα νοίκια που χρωστούσε στην σπιτονοικοκυρά του!) και ο Γκέμπελς φρόντισε να το κάνει γνωστό σε ολόκληρη την Γερμανία –τα λεφτά των καπιταλιστών πήγαιναν σε εξαιρετικές καμπάνιες με φυλλάδια που μοιράζονταν παντού, όταν τα υπόλοιπα κόμματα δεν είχαν ούτε μισό μάρκο να ξοδέψουν.


Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: 18,3% εκείνη τη χρονιά και ακόμη περισσότερο λάδι στην ναζιστική φωτιά. Τον επόμενο χρόνο εκτελούσαν κομμουνιστές εν ψυχρώ, σε κάθε συμπλοκή και εκείνοι άρχισαν να ανταποδίδουν. Το 1931 το σκορ ήταν 80-47 σε θανάτους υπέρ των ναζί!


Οι εκλογές για την προεδρία


Ο Χίτλερ αισθανόταν πια αρκετά δυνατός ώστε να θέσει κατ’ ευθείαν υποψηφιότητα για την Προεδρία, στις εκλογές του ‘32. Έχασε με 36,8% έναντι 53% από τον Πάουλ φον Χίντενμπουργκ, αλλά το εντυπωσιακό του ποσοστό έκανε ακόμη περισσότερους Γερμανούς να πάνε να γραφτούν στο κόμμα του. Τα εγγεγραμμένα μέλη στα τέλη του 1932 ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο.


Λίγο μετά τις προεδρικές εκλογές, η γερμανική κυβέρνηση απαγόρευσε δια νόμου τα SA και τα SS, αλλά η, πραγματικά ανύπαρκτη, δύναμή της δεν έθεσε ποτέ αυτόν τον νόμο σε ισχύ. Τελικά, το μόνο που πέτυχε ήταν να κάνει τον Χίτλερ να φαίνεται ακόμη πιο ηρωικός στα μάτια πολλών Γερμανών. Στις κοινοβουλευτικές εκλογές της ίδιας χρονιάς, το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα έφτασε στο απίστευτο 42% και ο Χίτλερ, παρότι δεν μπορούσε να κάνει αυτοδύναμη κυβέρνηση, απαίτησε να γίνει Καγκελάριος. Ο φον Χίντενμπουργκ έκανε το μοιραίο λάθος να θεωρήσει πως δίνοντάς του την εξουσία και συνεργαζόμενος μαζί του θα μπορούσε επιτέλους να τον ελέγξει. Πίστεψε πως οι βλέψεις του Χίτλερ έφταναν ως εκεί και πώς δίνοντάς του την Καγκελαρία θα τον «έκαιγε» γρήγορα και θα απαλασσόταν από αυτόν.


Το μόνο που κάηκε στους επόμενους μήνες ήταν τα βιβλία των Γερμανών διανοητών και φιλοσόφων στις πυρές από τους άντρες του Χίτλερ. Τον Αύγουστο του 1934 ο φον Χίντενμπουργκ απεδήμησε εις κύριον και ο Αδόλφος Χίτλερ βρήκε την ευκαιρία να ανακηρύξει τον εαυτό του «Φύρερ» (Πρόεδρο και Καγκελάριο μαζί) και, καθώς επρόκειτο για μια «περίπτωση έκτακτης ανάγκης», να θέσει εκτός νόμου τα υπόλοιπα κόμματα, να κλείσει τους κομμουνιστές σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και να φυλακίσει όλους τους υπόλοιπους πολιτικούς αρχηγούς. Ο γερμανικός λαός παρακολουθούσε αμήχανος μεν, αλλά όχι αναγκαστικά και αρνητικός. Έμαθε τόσα χρόνια στη βία και στην προπαγάνδα και όλα αυτά τού φαίνονταν σχεδόν φυσιολογικά –ένα μικρό τίμημα που έπρεπε να πληρώσει για να βγει από την κρίση. Το τι σήμαινε αυτό για την μετέπειτα ιστορία της Γερμανίας και τον υπόλοιπο κόσμο είναι γνωστό σε όλους...
του Παναγιώτη Χριστόπουλου